Με γοήτευσαν εκείνες οι σωστές αποφάσεις της Φύσης αλλά με αναστάτωσαν τα φτιασίδια, οι ψεύτικες βλεφαρίδες, τα βαμμένα σεντεφένια νύχια των χεριών και των ποδιών και το άρωμα της δεκάρας που δεν έχει σχέση με τον έρωτα. Παρόλα αυτά, εκείνο που με τρέλαινε κυρίως, ήταν η «περιουσία» που ήταν τυλιγμένη στο λαιμό ή τον ώμο τους και σταύρωνε μπροστά στο στήθος όπου το κεφάλι συναντούσε την ουρά της αλεπούς.
Έτσι θα μπορούσε να διασκευάσει κανείς τη δεύτερη παράγραφο από το κείμενο του Μαρκές για να συμπεριλάβει και τα «θλιμμένα κορίτσια» του Σταύρου Xατζηϊωάννoυ. Οι μακρινές συγγενείς των κοριτσιών της Αβινιόν, εδώ είναι μοναχικές και λιγότερο γωνιώδεις, δεν κάνουν παρέα μεταξύ τους. Δεν έχουν το στόμα βαμμένο σε σχήμα καρδούλας. Έχουν τα χείλη σφιγμένα σε στάση σιωπής ελεγειακής ή απολογητικής, αφού «μόνο με τη σιωπή αθωώνεται ο ανυπεράσπιστος έρωτας» και τα μάτια «υπό παρθενικήν αιδημοσύνη» προσμένοντας το επόμενο ραντεβού.
Και ύστερα τα ρούχα είναι περιττά. Τοπία σωμάτων αγκαλιασμένων. Η δυναμική της περίπτυξης. Πάθος υποχρεωτικό και αδήλωτο, έρωτας κρυφός, αθέατη όψη, σκοτάδι. Νύχτα μπλε. «Το λες σα να φταίει που είναι μπλε» και όμως δεν φταίει εκείνη. «Εδώ ψηφίζεται ομόφωνα η καμπύλη». Η γλυκόπικρη γεύση των αντιφάσεων Έρωτα και Θανάτου, σιγής και κραυγής των μελών, πέπλων καπνού και μυστηρίου, με υπόκωφη τζαζ και άλλους αυτοσχεδιασμούς. Η θλίψη των σωμάτων του Mallarme. Μια πράξη από το ερωτικό γαϊτανάκι του Σνίτσλερ. Καθημερινή συνήθεια η γιορτινή διέξοδος. Και ανάμεσά τους ο στοχαστής με το «νου να πάσχει από λαγνεία» ξεφυλλίζοντας «τετράδια ηθικής» σαν τον φιλόσοφο, κρατώντας ίσες αποστάσεις σαν τον δημιουργό.
Αυτούς τους πίνακες τους έφτιαξαν πολλοί μαζί εκτός από τον ένα. Τους έφτιαξε η ζωή και η ζωγραφική.
Δρ. Βιβή Βασιλοπούλου
Αρχαιολόγος – Κριτικός τέχνης